Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

Δεν επιτρέπεται ούτε με συμφωνία μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη η μεταφορά της ετήσιας άδειας στο επόμενο ή μεθεπόμενα έτη.

Δεν επιτρέπεται ούτε με συμφωνία μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη η μεταφορά της ετήσιας άδειας στο επόμενο ή μεθεπόμενα έτη.

Κάθε μισθωτός ο οποίος συνδέεται με σύμβαση εξαρτημένης σχέσης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούται να λάβει ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής του σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικά (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτόν. Η αναλογία της χορηγούμενης άδειας υπολογίζεται βάσει ετήσιας αδείας 20 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και 24 εργασίμων ημερών επί εξαημέρου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχούς απασχόλησης για το πρώτο έτος απασχόλησης και αυξάνεται σταδιακά με την πάροδο των ετών.

Ο εργοδότης υποχρεούται μέχρι τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους εντός του οποίου προσελήφθη ο μισθωτός, να χορηγήσει τμηματικά την ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση. Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος ο μισθωτός δικαιούται να λάβει την ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση και υπολογίζεται όπως ανωτέρω. Από το τρίτο ημερολογιακό έτος καθώς και στα επόμενα ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρη την ετήσια άδειά του και σε κάθε χρονικό σημείο του έτους αυτού (και με μία ημέρα έστω απασχόλησης).

Η άδεια αυτή επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης (με τη συμπλήρωση έτους από την ημερομηνία πρόσληψης) και για τα δύο επόμενα μέχρι τις είκοσι έξι (26) εργάσιμες ημέρες σε περίπτωση εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή μέχρι τις είκοσι δύο (22) ημέρες αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας.

Οι εργαζόμενοι που συμπληρώνουν 10 έτη προϋπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη ή 12 έτη προϋπηρεσίας σε οποιονδήποτε εργοδότη δικαιούνται 25 εργάσιμες ημέρες εάν εφαρμόζεται το πενθήμερο και 30 εργάσιμες ημέρες εάν εφαρμόζεται το εξαήμερο (ΕΓΣΣΕ 2000 – 2001).

Οι εργαζόμενοι που συμπληρώνουν 25 έτη προϋπηρεσίας σε οποιονδήποτε εργοδότη δικαιούνται 26 εργάσιμες ημέρες εάν εφαρμόζεται το πενθήμερο και 31 εργάσιμες ημέρες εάν εφαρμόζεται το εξαήμερο (ΕΓΣΣΕ 2008 – 2009).

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ΑΝ 539/1945 (όπως τροποποιήθηκε και ισχύει), σε συνδυασμό με την παρ. 1 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου, όπως ισχύει, καθώς και με την αριθμ. πρωτ: 3392/1-3-2005 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, η κανονική άδεια θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη κατά τέτοιο τρόπο ώστε να έχει εξαντληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους, ακόμη και εάν δεν έχει ζητηθεί από τον εργαζόμενο. Πάντως, οι μισές τουλάχιστον δικαιούμενες ημέρες αδείας των εργαζομένων κάθε επιχείρησης θα πρέπει να χορηγούνται εντός του χρονικού διαστήματος από 1η Μαΐου μέχρι 30η Σεπτεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους.

Η χρονική περίοδος χορηγήσεως της αδείας κανονίζεται μεταξύ εργοδότη και μισθωτού, του πρώτου υποχρεούμενου να χορηγήσει την αιτηθείσα άδεια το πολύ εντός διμήνου από της υπό του δεύτερου διατυπώσεως της σχετικής αιτήσεως. Η υποβολή αίτησης του μισθωτού προς χορήγηση της άδειάς του το πολύ εντός διμήνου από την ημέρα υποβολής της, αποσκοπεί μόνο στον προσδιορισμό των χρονικών ορίων, μέσα στα οποία υπάρχει η υποχρέωση του εργοδότη να χορηγήσει αυτήν και δεν αποτελεί τυπική προϋπόθεση για την άσκηση από τον εργαζόμενο του σχετικού δικαιώματός του λήψης αυτής (ΑΠ 1174/2014, ΑΠ 1683/2012).

Επιτρέπεται με συμφωνία εργαζόμενου - εργοδότη η μεταφορά της κανονικής άδειας (εν όλω ή εν μέρει) στο επόμενο ή σε μεθεπόμενα έτη;

Η προβλεπόμενη από τον ΑΝ 539/1945 ετήσια (κανονική) άδεια πρέπει να χορηγείται στον μισθωτό οπωσδήποτε μέσα στο έτος στο οποίο αφορά και δεν επιτρέπεται, ούτε με συμφωνία μεταξύ του τελευταίου και του εργοδότη, η μεταφορά αυτής εν όλω ή εν μέρει στο επόμενο ή σε μεθεπόμενα έτη. Η συμφωνία αυτή, κατά τα άρθρα 174 και 180 του Αστικού Κώδικα, είναι ανίσχυρη (άκυρη) {ΑΠ 1234/2003, ΑΠ 1180/2017}.

Τι αποδοχές υποχρεούται να καταβάλλει ο εργοδότης σε περίπτωση μη χορήγησης, λόγω υπαιτιότητάς του, της ετήσιας άδειας στον εργαζόμενο;

Δεδομένου ότι δεν επιτρέπεται μεταφορά της αδείας σε επόμενο έτος, έστω και αν αυτό έγινε με τη συναίνεση του εργαζομένου, η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική με τη λήξη του ημερολογιακού έτους. Σε περίπτωση μη χορήγησης από τον εργοδότη λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσμα, αμέλεια κ.λπ.), της άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος εντός του ημερολογιακού έτους (ή εντός της προβλεπόμενης χρονικής διάρκειας συμβάσεως ορισμένου χρόνου), ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει σ’ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100% (Α.Π. 1568/99,Α.Π. 581/99,Α.Π. 331/2003 ΠΟΛ. Πρωτ. Αθηνών 815/2003). Εύλογο είναι ότι το ίδιο ισχύει και επί συμβάσεων ορισμένου χρόνου των οποίων η διάρκεια έληξε χωρίς να έχει χορηγηθεί η νομίμως προβλεπόμενη άδεια.

Τι δικαιούται ο μισθωτός σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας πριν λάβει την κανονική άδεια;

Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 5 του ΑΝ 539/1945, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, αποχώρηση από την εργασία κ.λπ.) πριν λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί άδεια. Οι ανωτέρω διατάξεις περί αδείας ισχύουν για το σύνολο των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων ορισμένου χρόνου, καθώς δεν υφίσταται πλέον βασικός χρόνος αναμονής για τη θεμελίωση δικαιώματος ετήσιας άδειας με αποδοχές.

Κυρώσεις περί μη χορήγησης της ετήσιας κανονικής άδειας

Ο εργοδότης εφόσον εκ προθέσεως δεν χορήγησε την άδεια υπέχει και ποινική ευθύνη κατά την παρ.7 του άρθρου 5 του Α.Ν.539/1945 σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο άρθρο 28 του Ν.3996/2011. Σε περιπτώσεις παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας σχετικές με την ετήσια κανονική άδεια και ανάλογα με το είδος της παράβασης και το βαθμό σοβαρότητας αυτής ακολουθείται η διαδικασία για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων βάσει του άρθρου 24 του Ν.3996/2011 και της Υ.Α.2063/Δ1 632/2011.

Βάσει της ΥΑ 2063/Δ1 632/2011, ο βαθμός σοβαρότητας παράβασης όσον αφορά την παραβίαση διατάξεων για την κατάτμηση του χρόνου της άδειας, κατατάσσεται στην κατηγορία της χαμηλής παράβασης, ενώ αντίθετα για τη μη χορήγηση της άδειας, ο βαθμός σοβαρότητας κατατάσσεται στην κατηγορία της πολύ υψηλής παράβασης.

Υποβολή στο ΠΣ «ΕΡΓΑΝΗ» του Εντύπου Ε11: Γνωστοποίηση στοιχείων ετήσιας κανονικής άδειας

Στο έντυπο E11 καταχωρίζονται τον Ιανουάριο κάθε έτους (1/1 έως 31/1) τα στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και έχουν καταχωρισθεί στο ειδικό Βιβλίο Αδειών. Ως εκ τούτου στο έντυπο Ε11 γνωστοποιούνται μόνο τα ζητηθέντα στοιχεία από τις σχετικές καταχωρήσεις σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές ρυθμίσεις για τη χορηγηθείσα άδεια και το επίδομα αδείας (Α.Ν. 539/45 ως ισχύει) στο βιβλίο αδειών, οι οποίες και μεταφέρονται στο ως άνω έντυπο.

www.e-forologia.gr


Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;